Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Ένας κύκλος έκλεισε σήμερα για Επανομή-Μηχανιώνα

Έκλεισε σήμερα, τελευταία μέρα του χρόνου,  ένας ολόκληρος κύκλος για δύο ιστορικούς δήμους των ανατολικών ακτών του Θερμαϊκού, της Επανομής και της Μηχανιώνας, που λόγω «Καλλικράτη» και της συνένωσής τους με το Δήμο Θερμαϊκού παύουν από αύριο,  Πρωτοχρονιά του 2011 να υπάρχουν αυτοτελώς, μια και όλοι μαζί πλέον αποτελούν το νέο διευρυμένο Δήμο Θερμαϊκού. Από την πρώτη του χρόνου, ανοίγει ένας νέος κύκλος, καθώς οι ευχές όλων είναι ο νέος διευρυμένος Δήμος Θερμαϊκού, ξεπερνώντας τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που έχει και την αρνητική συγκυρία, να πάει μπροστά για το καλό του τόπου και των κατοίκων του.

Η περιοχή αυτή, με τους δύο δήμους που καταργήθηκαν, έχει πολύ μεγάλη ιστορική παράδοση. Από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια, ονομάζονταν Κρούσις  και κατοικούνταν από τους Κρουσαίους, φύλο Θρακικό. Αναφέρεται κι απ’ τον Θουκυδίδη : «είχον δε τινάς ού πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης καλουμένης».
Η Κρουσίς ή Κρουσαία, πήρε το όνομά της από τον Κρουσέα, γιό του Μύγδονα. Κατά τον Διονύσιο τον Αλικαρνασέα ωστόσο οι Κρουσαίοι ήταν Θρακικό έθνος που κατοικούσε στη χερσόνησο της Παλλήνης, τη σημερινή Κασσάνδρα.
Η Κρουσίς αναπτυσόταν ανατολικά του Ανθεμούντα κι εκτεινόταν από το ακρωτήριο Αιναίον, (το Μεγάλο Έμβολο) ως την Αντιγόνεια, (τον σημερινό Άγιο Παύλο).
Πόλεις της ήταν : η Αίνεια, η Σμίλα, η Κάμψα, η Γεγωνυίς Λίσσα, η Κάμβρεια κι η Λίπαξος.
Η Αίνεια, ήταν πόλη (στην τούμπα του σημερινού Αγγελοχωρίου) που έκτισε ο Αινείας (βασιληάς της Τροίας, γιός του Αιγίστου) αφού νικήθηκε απο τους Αχαιούς και πήρε το δρόμο για το Λάτιο (Ιταλία). Έμεινε για καιρό στην περιοχή και πάντρεψε και την κόρη του Ανθεμούντα στην περιοχή. (εξ ου και πόλη Ανθεμούντα = Γαλάτιστα)

Η Επανομή
Η αρχή της ιστορίας της Επανομής βρίσκεται πολύ παλιά καθώς είναι από τους αρχαιότερους οικισμούς της περιοχής και κατοικούταν από τα νεολιθικά χρόνια. Στην περιοχή της Επανομής έχουν βρεθεί πολλά αρχαιολογικά ευρήματα που αναφέρονται κυρίως στα παλαιοχριστιανικά και πρωτοχριστιανικά χρόνια.
Η εμφάνιση του οικισμού Επανομής (τμήμα της Καλαμαριάς) σε ιστορικές πηγές γίνεται στις αρχές του 14ου αιώνα, όταν η Επανομή αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφα του Άγιου Όρους σαν Πανομή.
Στην Επανάσταση του 1821, οι Επανομίτες συμμετείχαν ενεργά με πολλούς αγωνιστές, όπως ο Γεώργιος Ιωάννου, ο οποίος ήταν πληρεξούσιος της Χαλκιδικής στην Α΄Εθνοσυνέλευση Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, ο Χριστόδουλος Θεοδώρου, ο Βασίλειος Αντωνίου, ο Τριαντάφυλλος Κώστα και ο Αγγελής Λάμπρου.
Στον ξεσηκωμό της Χαλκιδικής με τον Εμμανουήλ Παπά, πήρε μέρος σύσσωμη η Επανομή, ακολουθώντας τον Κωνσταντίνο Δουμπιώτη, μέχρι την Κασσάνδρα. Μια Τουρκικη φάλαγγα, στο διάστημα αυτό, κατέκαψε τα χωριά Επανομή και Μεσημέρι. Τότε κάηκε και η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου μαζί με όλο το χωριό. Η εκκλησία ξαναχτίστηκε το 1835. Οι Επανομίτες οχυρώθηκαν στον Ισθμό της Κασσάνδρας και αμύνθηκαν σθεναρά μέχρι και τον Οκτώμβριο. Στις 12 Νοεμβρίου ο Λουμπούτ πασάς διέσπασε τις αμυντικές γραμμές και κατανίκησε τους Έλληνες. Οι Επανομίτες που είχαν σωθεί, διασκορπίστηκαν μαζί με τους άλλους Χαλκιδικιώτες στα νησιά Σκόπελο και Σκιάθο και άλλοι στη Φλώρινα και Καστοριά.
Όσοι πιάστηκαν, σφάχτηκαν στην πλατεία, οι υπόλοιποι ξέφυγαν στη Σκιάθο, Σκόπελο, Θεσσαλία και Εύβοια. Γύρισαν στις 27/12/1821 με την αμνηστία που έδωσε ο βαλης Θεσ/νικης Μεχμετ-Πασά κατόπιν αιτήσεως-παρακλήσεως του Εβραίου μεγαλέμπορου και μεταξέμπορου Ισαάκ) και άρχισαν να ασχολούνται με την σηροτροφία που ήταν και η κύρια απασχόληση τους.
Η  πρώτη απογραφή μετά την επανάσταση, βρίσκει την Επανομή με 115 ζευγάρια (ανδρόγυνα) χριστιανούς και 26 ½ ζευγάρια μουσουλμάνους. Το 1862, η Επανομή αριθμούσε 183 σπίτια (όλοι χριστιανοί) ενώ το 1887 500 σπίτια. Το 1900 σε Τούρκικους φορολογικούς καταλόγους αναφέρεται σαν Απανομή. Το 1909 είχε 3000 κάτοικους, ενώ το 1918, η Επανομή αποσπάσθηκε διοικητικά από την Καλαμαριά και από το 1926 αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα.
Στις 7 Αυγούστου του 1944, συνελήφθησαν από τους χιτλερικούς κατακτητές 350 άνδρες της Επανομής και μεταφέρθηκαν πεζοί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Παύλου Μελά. Απ’ αυτούς επέστρεψαν 335 και οι 15 μεταφέρθηκαν στη Γερμανία.
Στις απογραφές που διενεργήθηκαν:
1861 = 183 σπίτια, 1906 = 420 σπίτια, 2940 κάτοικοι (άπαντες Έλληνες). 1913 = 2948 κάτοικοι. 1920 = 3430 (+1017 παροικούντες). 1928 = 3.589, 1940 = 4.210, 1951 και 1961 = 4.658, 1971 = 4633 κάτοικοι, 1981 = 4.934, 2001 : 8.652 κάτοικοι (4.400 άνδρες, 4.252 γυναίκες )

Μηχανιώνα
Η παλιά Μηχανιώνα είναι στα παράλια της ανατολικής πλευράς της χερσονήσου της Κυζίκου και υπάγεται στο νομό Πανόρμου, σήμερα οι Τούρκοι την ονομάζουν Τσακιλκίοϊ. Οι Μηχανιώτες αναχώρησαν οριστικά από την Πατρίδα, με ατμόπλοιο, στις 29 Αυγούστου 1922 μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, με την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε. Έμειναν ένα μήνα στους Επιβάτες της Θράκης και από εκεί με ατμόπλοιο πάλι μεταφέρθηκαν στα Λουτρά Αιδηψού, όπου παρέμειναν μέχρι τέλους του Απριλίου του 1923. Εκεί αποφάσισαν να εγκατασταθούν στην περιοχή του Μεγάλου Καράμπουρνου, που κάποιοι γνώριζαν και θεωρούσαν κατάλληλη για ψαράδες και γεωργούς.
Στις 30 Απριλίου του 1923 αναχώρησαν με ατμόπλοιο πάλι οι περισσότεροι μαζί με 42 οικογένειες από το Αυδήμι και εγκαταστάθηκαν 1 Μαΐου στη θέση «Τουρμπαλί» που την ονόμασαν Νέα Μηχανιώνα για να θυμούνται τη Χαμένη Πατρίδα. Μερικές οικογένειες Μηχανιωτών έμειναν στην Αιδηψό και άλλοι διασκορπίστηκαν σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Χαλκίδα, Καβάλα και κάποιοι έφυγαν στο εξωτερικό. Στις 14 Μαΐου τοποθετήθηκε ο θεμέλιος λίθος κι άρχισαν να χτίζονται σπίτια. Με τη βοήθεια του εποικισμού, χτίστηκαν μέχρι το 1924 710 σπίτια. Οι ψαράδες τοποθετήθηκαν κοντά στη θάλασσα και οι αγρότες πιο πάνω.
Με παρόμοιο τρόπο ήρθαν και οι πρόσφυγες από άλλα μέρη. Από την Αγία Παρασκευή του Τσεσμέ αφού πέρασαν πρώτα από τη Χίο και έμειναν 2-3 χρόνια στη Μυτιλήνη. Άλλοι έμειναν κάποιο διάστημα στην Επανομή. Στη Νέα Μηχανιώνα εγκαταστάθηκαν και πρόσφυγες από άλλες περιοχές όπως το Καστέλι, την Κερασιά και το Αμπαρλί. Με στοιχεία του Δήμου Μηχανιώνας το 1959 υπήρχαν 450 οικογένειες: 300 από τη Μηχανιώνα, 60 από την Αγία Παρασκευή του Τσεσμέ, 52 από το Αυδήμι της Ανατολικής Θράκης, 18 από το Καστέλι της Κυζίκου, 14 από την Κερασιά της Ανατολικής Θράκης και από το Αμπαρλί της Μικράς Ασίας.
Αρχικά ο οικισμός υπαγόταν στην Κοινότητα Επανομής. Η Νέα Μηχανιώνα αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα τον Ιούνιο του 1926. Το 1936 έγινε το κτηματολόγιο. Το πρώτο σχέδιο πόλης ξεκίνησε το 1948 τελείωσε το 1952 και περιλάμβανε έκταση 670 στρεμμάτων. Το 1970 ξεκίνησε η νέα επέκταση 740 στρεμμάτων, που ολοκληρώθηκε το 1994. Έγινε επίσης σχέδιο και στα παραθεριστικά συνολικής έκτασης 3000 στρεμμάτων.
Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι και η πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής, διότι η Ν. Μηχανιώνα κτίσθηκε στην περιοχή της αρχαίας Αίνειας. Αυτός είναι και ο σημαντικότερος εντοπισμός χώρου με σημαντικότατο αρχαιολογικό ενδιαφέρον στα διοικητικά όρια του νέου Δήμου. Το κύριο αρχαιολογικό εύρημα που παραπέμπει σε αυτόν τον αρχαίο οικισμό είναι μια τραπεζόσχημη τούμπα που είναι γνωστή ως τούμπα Τάμπια ή Κουμ-Καλέ.
Η Νέα Μηχανιώνα συνδέεται άρρηκτα με την Παναγία Φανερωμένη, στην οποία οφείλει και την μεγάλη φήμη της. Είναι ο νέος τόπος, τον οποίο «ύρετίσατο είς κατοικίαν έαυτής», όταν, μετά την φοβερή Μικρασιατική καταστροφή, οι ξεριζωμένοι Μηχανιώτες της Χερσονήσου της Κυζίκου εγκαταστάθηκαν, ως πρόσφυγες, εδώ, φέρνοντας μαζί τους ότι ποιο ιερό είχαν, την θαυματουργό εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης, η οποία ήταν γιαυτούς πάντοτε «εν ταις θλίψεσι βοηθός» και «εν τοίς κινδύνοις ρύστις και προστάτις έν τοίς πειρατηρίοις».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου