Εκδήλωση τιμής για επιζήσαντες ομήρους των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης πραγματοποιεί σήμερα Δευτέρα στις 6 μμ στο δημαρχείο, ο δήμος Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για 30 μέλη της εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης και ένα της ορθόδοξης χριστιανικής κοινότητας, τα οποία θα τιμηθούν με την ανώτατη τιμητική διάκριση της πόλης.
«Ελάχιστη οφειλόμενη τιμή της Θεσσαλονίκης γι’ αυτούς που γνώρισαν τη βαρβαρότητα στη σκληρότερή της εκδοχή, επέζησαν και επέστρεψαν στη γενέθλια γη, δίνοντας ακόμη έναν σκληρό αγώνα, για να ξεπεράσουν τον πόνο και τη φρίκη των ναζιστικών στρατοπέδων εξόντωσης» χαρακτηρίζει την εκδήλωση ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Αβραμόπουλος.
Νέος βανδαλισμός
Εν τω μεταξύ το πρωί της Παρασκευής για ακόμη μία φορά το μνημείο του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος στην πλατεία Ελευθερίας έγινε στόχος βανδάλων, οι οποίοι ζωγράφισαν με μαρκαδόρο σβάστικες, ενώ μουντζούρωσαν και την πινακίδα του. Άμεση ήταν η αντίδραση του δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη, ο οποίος έστειλε συνεργείο για την αποκατάσταση του μνημείου. «Τέτοιου είδους ενέργειες δεν υπηρετούν ούτε τις αρχές της δημοκρατίας ούτε την ειρηνική συνύπαρξη των πολιτών ούτε όμως και το συμφέρον της πόλης. Η Θεσσαλονίκη, κοιτίδα της μεγαλύτερης και πιο δραστήριας ανά την Ευρώπη εβραϊκής κοινότητας, μέχρι τα τραγικά συμβάντα της Γερμανικής Κατοχής κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και του Ολοκαυτώματος, που είχε ως συνέπεια να χαθούν 50.000 Εβραίοι Θεσσαλονικείς στα κρεματόρια, οφείλει τιμή και σεβασμό στα χαμένα τέκνα της, που συνεισέφεραν, όπως και κάθε άλλος πολίτης, στη ζωή της πόλης σε όλα τα επίπεδα», τονίζεται σε ανακοίνωση του δήμου.
Μνήμη εγκλωβισμένη
Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης που χάθηκαν στα κρεματόρια υπολογίζονται σε 50.000, αν και για τον ακριβή αριθμό δεν είναι κανείς σίγουρος. Βέβαιο όμως είναι ότι οι επιζήσαντες γύρισαν με ψυχικά τραύματα και αναγκάστηκαν να συνεχίσουν τη ζωή τους κουβαλώντας τα. Κάθε επιζών είναι και μία διαφορετική ιστορία. Όλες τους εξίσου τραγικές.
Στο βιβλίο «Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα» καταγράφονται ιστορίες που άκουσαν με πόνο ψυχής η Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και ο Αλβέρτος Ναρ το 1989 και το 1990. Η επιμελήτρια του βιβλίου Φραγκίσκη Αμπατζόγλου στο επίμετρο αναφέρεται στην άρνηση της Θεσσαλονίκης, την οποία χαρακτηρίζει «πόλη του δράματος μιας παμπάλαιης εβραϊκής κοινότητας, που καταστράφηκε ολοσχερώς», να γίνει ένας τόπος μνήμης. Σύμφωνα με την κυρία Αμπατζόγλου «η μνήμη έμενε εγκλωβισμένη στη μικρή ομάδα των οικογενειών των θυμάτων. Δεν έγινε υπόθεση μιας κοινωνικής ομάδας που να ασκεί επίδραση στην κοινωνική ζωή, όπως συνέβη με τη μνήμη των θυμάτων της Αντίστασης από τις ελληνικές αριστερές οργανώσεις. Τη μνήμη της γενοκτονίας των Ελλήνων Εβραίων τη διαχειρίστηκαν μέχρι πρότινος αποκλειστικά οι εβραϊκές κοινότητες των ελάχιστων επιζώντων».
Για την απουσία μνήμης αναφορικά με τους Εβραίους στην πόλη έκανε λόγο ο ελβετός συγγραφέας Νικολά Βερντάν, που κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου παρουσίασε το βιβλίο του «Ραντεβού στη Θεσσαλονίκη». «Για να ανακαλύψεις την ιστορία των Εβραίων, πρέπει να ψάξεις πολύ. Λες και το μπετόν έγινε μία σαρκοφάγος του παρελθόντος».
Οι σελεξιόν του θανάτου
Οι περισσότεροι από τους 24 άντρες και τις 25 γυναίκες που μίλησαν στην Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και στον Αλβέρτο Ναρ αφηγούνταν την ιστορία τους για πρώτη φορά. Δεν είναι πράγματα που μπορείς να πεις εύκολα. Δεν είναι πράγματα που θέλεις να θυμηθείς. «Και πώς έζησαν τόσα χρόνια;», ρώτησα συγγενή επιζήσασας του στρατοπέδου Μπίρκεναου. «Με την απώθηση», ήταν η απάντηση. Όσο για το πώς μεταφέρθηκαν αυτά στους απογόνους τους: «Ποτέ δεν κάθισε κάποιος να μας πει την ιστορία από την αρχή. Απλώς από παιδί είχα ακούσει για παράδειγμα ότι ο παππούς ήταν σε στρατόπεδο και ξυπνούσε από τα χαράματα και δούλευε πολύ. Άρα ήξερα ότι ο παππούς είχε ταλαιπωρηθεί. Μεγαλώνοντας ρωτούσα και μάθαινα λεπτομέρειες, αλλά και πάλι αυτά που αφηγήθηκε στο βιβλίο, καθώς και στον Στίβεν Σπίλμπεργκ η γιαγιά μου σε μας δεν τα είχε πει ποτέ». (Ο Σπίλμπεργκ είχε πάρει μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης που επέζησαν από τα στρατόπεδα εξόντωσης, για να γυρίσει το ντοκιμαντέρ «Ολοκαύτωμα»).
Κάθε ιστορία είναι μοναδική, το ίδιο συνταρακτική με την προηγούμενη. Η διάσωση του καθενός ήταν ζήτημα τύχης και σειράς συμπτώσεων. Κάποιοι, παιδάκια τότε, έκλαψαν και οι αξιωματικοί των Ναζί τους λυπήθηκαν. Άλλοι τους εξαπάτησαν, κάνοντας ότι είναι δυνατοί, προκειμένου να περάσουν τη σελεξιόν (σημ.: έτσι αποκαλούν την επιλογή που γινόταν για το ποιος θα πάει στο φούρνο και ποιος θα μείνει ζωντανός, για να δουλέψει). Άλλοι πάλι σώθηκαν από τελείως αστάθμητους παράγοντες ή από αγνώστους που στάθηκαν φύλακες άγγελοι.
Είναι δύσκολο να πιστέψεις πώς έγινε η διάσωση του Πέπο Γκατένιο για παράδειγμα, ο οποίος κατέθεσε και ως ένας από τους βασικούς μάρτυρες κατηγορίας στη δίκη των συνεργατών των Ναζί. Μάλλον πώς έγιναν οι διασώσεις, μιας και το 14χρονο παιδί που έφτασε στις 8 Ιουνίου του 1943 στο Άουσβιτς είδε πολλές φορές το χάρο με τα μάτια του. Στην αρχή θυμίζει τον Γκουίντο της ταινίας «Η ζωή είναι ωραία». «Μου φαινόταν σαν να πηγαίναμε εκδρομή, σαν να ζούσαμε μια περιπέτεια». Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι στο Μπιρκενάου, όπου βρέθηκε, θα έδινε διαρκώς τη μάχη με το θάνατο. Σώθηκε, επειδή επιλέχτηκαν να πεθάνουν κρατούμενοι από την άλλη πλευρά του στρατοπέδου. Σώθηκε, επειδή χύθηκε το μπουκάλι με το φάρμακο πάνω στα σπυριά του που έπρεπε να κρύψει (σημ: οι άρρωστοι πήγαιναν στα κρεματόρια) και θεραπεύτηκε. Σώθηκε, επειδή συμπτωματικά φορούσε κασκόλ και έκρυψε τα σπυριά του. Σώθηκε, επειδή το μικρόβιο της ψώρας που τον είχε κάνει κουρέλι εξοντώθηκε κατά τη διάρκεια ενός εφιαλτικού ταξιδιού με τρένο, όταν ανά τέσσερις-πέντε ώρες άλλαζαν βαγόνι, από τη ζέστη σε φοβερό κρύο. Σώθηκε, επειδή είπε την αλήθεια σε κάποιον Μπάουρ, Γερμανοεβραίο με μεγάλη θέση στο στρατόπεδο Όρντουφ: ότι δεν άντεχε τη δουλειά και το έσκασε. Ο Μπάουρ δεν τον τιμώρησε.
«Είχαμε χάσει τα πάντα, τι να φοβηθούμε πια;»
Ο Ραφέλ Βαρσάνο, το νούμερο 115.365 του Άουσβιτς, είχε μιλήσει για την ιστορία του σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε το 2007 στο περιοδικό «Επιλογές». «Δεν δίναμε σημασία σε τίποτα. Γι’ αυτό επιβιώσαμε. Είναι η φύση του ανθρώπου τέτοια». Με τον τρόπο αυτό εξήγησε το θαύμα τού να βγαίνει κάποιος ζωντανός από το Άουσβιτς. «Δεν μας τρόμαζε τίποτα. Είχαμε χάσει τις οικογένειές μας, είχαμε χάσει τα πάντα. Τι άλλο να φοβηθούμε;».
Μέσα στην εξαθλίωση όμως γνώρισε και το πρόσωπο της ανθρωπιάς. «Με συγκίνησε πολύ μία κίνηση δύο τσέχων πολιτικών κρατουμένων. Οι πολιτικοί κρατούμενοι μπορούσαν να παίρνουν δέματα από τους δικούς τους, οι οποίοι τους έστελναν τρόφιμα. Με φώναξαν λοιπόν μια μέρα και μου έδωσαν ένα βάζο μαρμελάδα. Ήταν σαν να μου χάριζαν δέκα μέγαρα τότε. Αυτοί ήταν οι καλύτεροι άνθρωποι στον κόσμο»...
Ο κ. Βαρσάνο είναι ένας από 31 επιζώντες που θα τιμηθούν σήμερα. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στις 6 μ.μ., στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου